Μια πρώτη αποτίμηση της άτυπης συνάντησης ΕΕ-Τουρκίας.
Ένα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι, όσο κι αν φαίνεται κάπως παράξενο, η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν, ακόμη, σημασία για τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα. Το γεγονός ότι η «έκφραση σοβαρών ανησυχιών» από πλευράς ΕΕ για τις «πρόσφατες ενέργειες» της Άγκυρας «σε Ανατολική Μεσόγειο και Αιγαίο», ενέργειες που ήδη είχαν ρητώς χαρακτηρισθεί «παράνομες» από τις Βρυξέλλες, εξισώνοντάς τες με την ίδια ένταση και διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε για τις ενέργειες της Τουρκίας στη Συρία και δη στην τραγωδία του Afrin, αξίζει να υπογραμμισθεί.
Όπως και το ότι Tusk και Junger ενσωμάτωσαν στην κεντρική συζήτηση με τον Erdogan, το θέμα της κράτησης των δυο Ελλήνων στρατιωτικών -αυτό εννοούσαν ευθέως οι επίσημες δημόσιες τοποθετήσεις περί της «κράτησης Ευρωπαίων πολιτών».
Ακόμη δε περισσότερο, η διατύπωση που θέλει την ΕΕ «ενωμένη πίσω από την Κύπρο» ως προς το «να εξερευνήσει και να εξορύξει φυσικές πηγές ενέργειας στην ΑΟΖ της» -το και, έχει ιδιαίτερη ενισχυτική σημασία- φυσικά βέβαια «προς όφελος και των δυο πληθυσμών».
Κάποιοι θα χαρακτηρίσουν όλα τα παραπάνω απλά ως «διπλωματικά λόγια». Αυτή, όμως, είναι η Ευρώπη έως και σήμερα και αυτό είναι το καλύτερο δυνατό του προσδοκώμενου. Και αυτό τελικά επετεύχθη.
Ο Jean Claude Juncker, μάλιστα υπερακόντισε, με την παραίνεση-έκκληση προς τον Erdogan, να ελευθερωθούν οι δυο Έλληνες στρατιωτικοί «μέχρι το Ορθόδοξο Πάσχα».
Τα παραπάνω ως απάντηση σε όσους επιζητούν το GRexit, ως τη μοναδική σωτηρία της χώρας. Έξοδο προς τα πού; Δε θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ, πέρα από τη μέχρι σήμερα -από 40 κύμματα είναι η αλήθεια- οικονομικη σημασία, έχει πρωτίστως, πλέον, γεωστρατηγική σημασία. Με τα θετικά και τα αρνητικά της.
Ένα δεύτερο συμπέρασμα, που δεν θά ΄πρεπε να μας ξεφύγει είναι ότι λειτούργησε, και λειτούργησε σωστά, η συντονισμένη δραστηριοποίηση της πολιτικής και της διπλωματικής μηχανής σε Αθήνα και Λευκωσία προκειμένου να βγει αυτό το αποτέλεσμα.
Μην παρασυρθούμε, βέβαια, σε «ευρωενθουσιασμούς». Στη Βάρνα η Ευρώπη ιδίαν στρατηγική υπηρέτησε με την τακτική να στηρίξει Ελλάδα και Κύπρο, μπροστά στο πολύ ευρύτερο διεθνοπολιτικό και το πολύ σημαντικότερο Προσφυγικό-Μεταναστευτικό των συζητήσεων με την Τουρκία. Πρόκειται για μια στρατηγική διατήρησης της συζήτησης ανοιχτής, παρά τις έως και σημαντικές διαφωνίες, μέσω μιας τακτικής για επιμονή στο συγκεκριμένο. Όσον δε αφορά την Κυπριακή ΑΟΖ, με γνήσιο γεωπολιτικό χαρακτήρα όπου «παίζουν» τα μεγάλα παιδιά. τα συμφέροντα είναι ακόμη μεγαλύτερα.
Εδώ, ακριβώς, έρχεται και «κουμπώνει» η απροσδόκητη – στις διεθνείς σχέσεις βέβαια δεν υπάρχει τίποτε το γνησίως απροσδόκητο – συναίνεση, στην ίδια αυτή λογική και της Τουρκίας. Ο Rejep Tayip Erdogan έμεινε προσηλωμένος στο πνεύμα του κειμένου που διάβαζε με το οποίο ήρθε στη Βάρνα, χωρίς να ξεφύγει στις γνωστές ρητορείες του, και προέβαλε τεχνικές προτάσεις τόσο για την Τελωνειακή Ένωση όσο και για την άρση της βίζας, δείχνοντας ότι τον ενδιαφέρει περισσότερο κι από την διεκδίκηση των επιπλέον €3 δις για το Προσφυγικό, έχοντας ως οδηγό τις εκλογές του 2019.
Όντας ένας ευφυής πολιτικός, που γνωρίζει και από ελιγμούς και πώς να διεκδικεί ό,τι πιστεύει ότι του ανήκει, εμφάνισε ένα εντελώς διαφορετικό προφίλ -πιο τεχνοκρατικό- από τα πρόσφατα «Αχ! Αχ!. Η υπερηφάνεια και η αξιοπρέπεια των Τούρκων».
Εξέφρασε με όρους τεχνικούς την ανανέωση της στρατηγικής προτεραιότητας, να συνεχισθεί η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Ο ίδιος άνθρωπος που, πόσες φορές, έχει δηλώσει ότι ο Τουρκικός λαός «βαρέθηκε να περιμένει» στην πόρτα της Ευρώπης.
Συμπέρασμα: η Ελλάδα -η Κύπρος είναι λίγο διαφορετική περίπτωση- δε θα πρέπει να επαναπαυθεί στό ότι θα συνεχίσει να αποτελεί το προπύργιο ανάσχεσης της Τουρκίας. Ούτε θα πρέπει να ξεγελασθεί από τις οβιδιακές μεταμορφώσεις του Τούρκου Προέδρου. Θα πρέπει να επαγρυπνεί και μάλιστα όλο και περισσότερο.
Αν θέλει να διατηρήσει αυτό το χθεσινό -έστω και μικρό- «ευρωπαϊκό πλεονέκτημα» και γιατί όχι να το διευρύνει στο μέτρο του δυνατού, έχει δουλίτσα μέχρι την επίσημη συνάντηση ΕΕ-Τουρκίας του Ιουνίου. Και μάλιστα πολλή και σημαντική...
Τάσος Τσιπλάκος - Σύμβουλος Στρατηγικής
C4I Strategy Consultants
www.bankingnews.gr
Όπως και το ότι Tusk και Junger ενσωμάτωσαν στην κεντρική συζήτηση με τον Erdogan, το θέμα της κράτησης των δυο Ελλήνων στρατιωτικών -αυτό εννοούσαν ευθέως οι επίσημες δημόσιες τοποθετήσεις περί της «κράτησης Ευρωπαίων πολιτών».
Ακόμη δε περισσότερο, η διατύπωση που θέλει την ΕΕ «ενωμένη πίσω από την Κύπρο» ως προς το «να εξερευνήσει και να εξορύξει φυσικές πηγές ενέργειας στην ΑΟΖ της» -το και, έχει ιδιαίτερη ενισχυτική σημασία- φυσικά βέβαια «προς όφελος και των δυο πληθυσμών».
Κάποιοι θα χαρακτηρίσουν όλα τα παραπάνω απλά ως «διπλωματικά λόγια». Αυτή, όμως, είναι η Ευρώπη έως και σήμερα και αυτό είναι το καλύτερο δυνατό του προσδοκώμενου. Και αυτό τελικά επετεύχθη.
Ο Jean Claude Juncker, μάλιστα υπερακόντισε, με την παραίνεση-έκκληση προς τον Erdogan, να ελευθερωθούν οι δυο Έλληνες στρατιωτικοί «μέχρι το Ορθόδοξο Πάσχα».
Τα παραπάνω ως απάντηση σε όσους επιζητούν το GRexit, ως τη μοναδική σωτηρία της χώρας. Έξοδο προς τα πού; Δε θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ, πέρα από τη μέχρι σήμερα -από 40 κύμματα είναι η αλήθεια- οικονομικη σημασία, έχει πρωτίστως, πλέον, γεωστρατηγική σημασία. Με τα θετικά και τα αρνητικά της.
Ένα δεύτερο συμπέρασμα, που δεν θά ΄πρεπε να μας ξεφύγει είναι ότι λειτούργησε, και λειτούργησε σωστά, η συντονισμένη δραστηριοποίηση της πολιτικής και της διπλωματικής μηχανής σε Αθήνα και Λευκωσία προκειμένου να βγει αυτό το αποτέλεσμα.
Μην παρασυρθούμε, βέβαια, σε «ευρωενθουσιασμούς». Στη Βάρνα η Ευρώπη ιδίαν στρατηγική υπηρέτησε με την τακτική να στηρίξει Ελλάδα και Κύπρο, μπροστά στο πολύ ευρύτερο διεθνοπολιτικό και το πολύ σημαντικότερο Προσφυγικό-Μεταναστευτικό των συζητήσεων με την Τουρκία. Πρόκειται για μια στρατηγική διατήρησης της συζήτησης ανοιχτής, παρά τις έως και σημαντικές διαφωνίες, μέσω μιας τακτικής για επιμονή στο συγκεκριμένο. Όσον δε αφορά την Κυπριακή ΑΟΖ, με γνήσιο γεωπολιτικό χαρακτήρα όπου «παίζουν» τα μεγάλα παιδιά. τα συμφέροντα είναι ακόμη μεγαλύτερα.
Εδώ, ακριβώς, έρχεται και «κουμπώνει» η απροσδόκητη – στις διεθνείς σχέσεις βέβαια δεν υπάρχει τίποτε το γνησίως απροσδόκητο – συναίνεση, στην ίδια αυτή λογική και της Τουρκίας. Ο Rejep Tayip Erdogan έμεινε προσηλωμένος στο πνεύμα του κειμένου που διάβαζε με το οποίο ήρθε στη Βάρνα, χωρίς να ξεφύγει στις γνωστές ρητορείες του, και προέβαλε τεχνικές προτάσεις τόσο για την Τελωνειακή Ένωση όσο και για την άρση της βίζας, δείχνοντας ότι τον ενδιαφέρει περισσότερο κι από την διεκδίκηση των επιπλέον €3 δις για το Προσφυγικό, έχοντας ως οδηγό τις εκλογές του 2019.
Όντας ένας ευφυής πολιτικός, που γνωρίζει και από ελιγμούς και πώς να διεκδικεί ό,τι πιστεύει ότι του ανήκει, εμφάνισε ένα εντελώς διαφορετικό προφίλ -πιο τεχνοκρατικό- από τα πρόσφατα «Αχ! Αχ!. Η υπερηφάνεια και η αξιοπρέπεια των Τούρκων».
Εξέφρασε με όρους τεχνικούς την ανανέωση της στρατηγικής προτεραιότητας, να συνεχισθεί η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Ο ίδιος άνθρωπος που, πόσες φορές, έχει δηλώσει ότι ο Τουρκικός λαός «βαρέθηκε να περιμένει» στην πόρτα της Ευρώπης.
Συμπέρασμα: η Ελλάδα -η Κύπρος είναι λίγο διαφορετική περίπτωση- δε θα πρέπει να επαναπαυθεί στό ότι θα συνεχίσει να αποτελεί το προπύργιο ανάσχεσης της Τουρκίας. Ούτε θα πρέπει να ξεγελασθεί από τις οβιδιακές μεταμορφώσεις του Τούρκου Προέδρου. Θα πρέπει να επαγρυπνεί και μάλιστα όλο και περισσότερο.
Αν θέλει να διατηρήσει αυτό το χθεσινό -έστω και μικρό- «ευρωπαϊκό πλεονέκτημα» και γιατί όχι να το διευρύνει στο μέτρο του δυνατού, έχει δουλίτσα μέχρι την επίσημη συνάντηση ΕΕ-Τουρκίας του Ιουνίου. Και μάλιστα πολλή και σημαντική...
Τάσος Τσιπλάκος - Σύμβουλος Στρατηγικής
C4I Strategy Consultants
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών