Βελτιωμένη ανθεκτικότητα, αλλά...
Τουλάχιστον προβληματισμό εγείρει νέα έκθεση της Standard & Poor’s για τον ελληνικό χρηματοπιστωτικό κλάδο, καθώς, όπως αναφέρει, τα περιθώρια βελτίωσης των ελληνικών τραπεζών είναι πολύ σφιχτά και, συνεπώς, δύσκολα θα δούμε άμεσα νέες αναβαθμίσεις.
Τα έντοκα έσοδα θα μειωθούν και η απόδοση ιδίων κεφαλαίων θα μειωθεί.
Επίσης, το κόστος κινδύνου θα παραμείνει σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών, με παρήγορο στοιχείο το γεγονός ότι η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει ανθεκτική, με περιορισμένες νέες εισροές μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPA).
Ειδικότερα, σύμφωνα με την S&P, η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να εγκρίνει την επανέναρξη διανομής μερισμάτων από τις ελληνικές τράπεζες, καθώς και η διάθεση των υπολειπόμενων μετοχών που είχε στις συστημικές ελληνικές τράπεζες το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αποτελούν τεκμήρια της σημαντικής μεταμόρφωσης των τραπεζικών ισολογισμών τα τελευταία χρόνια.
Στα θετικά περιλαμβάνονται επίσης οι μειωμένες δομές κόστους, η εξομάλυνση του κόστους κινδύνου και η ανάπτυξη χορηγήσεων που θα ενισχύσουν την κερδοφορία των τραπεζών, παρά το γεγονός ότι το επιτοκιακό περιβάλλον γίνεται λιγότερο υποστηρικτικό και, εύλογα, τα κέρδη υποχωρούν.
Τα προφίλ χρηματοδότησης και ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών συνέχισαν να βελτιώνονται, παρά τις εξοφλήσεις των TLTROs…
Σε αυτό το πλαίσιο, η εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών πλησιάζει στο τέλος της, με κάποια θέματα ποιότητας στοιχείων ενεργητικού να παραμένουν στις μικρότερες τράπεζες.
Η εν λόγω τάση, μαζί με τις νέες χορηγήσεις σε υγιέστερες επιχειρήσεις, μας οδηγεί στην πρόβλεψη ότι ο δείκτης εγχώριων μη εξυπηρετούμενων περιουσιακών στοιχείων (NPA) θα μειωθεί περίπου στο 5% έως το τέλος του 2025, μέσω πωλήσεων και οργανικών ανακτήσεων, λέει ο αμερικανικός οίκος και συμπληρώνει:
«Παρ' όλα αυτά, αναμένουμε ότι το κόστος κινδύνου για τις περισσότερες τράπεζες θα παραμείνει κοντά στις 80 μονάδες βάσης τους επόμενους 12-18 μήνες, σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η ποιότητα κεφαλαίων παραμένει αδύναμη και οι προοπτικές βελτίωσης είναι περιορισμένες, κάτι που περιορίζει τις αξιολογήσεις.
Οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις αποτελούν πάνω από το 50% της βάσης ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών και αποσβένονται σε δόσεις».
Κερδοφορία
Η κερδοφορία των τραπεζών βελτιώθηκε, αλλά τα χαμηλότερα επιτόκια θα δοκιμάσουν την ανθεκτικότητα της κερδοφορίας.
Το χαμηλότερο κόστος κινδύνου, τα ισχυρά έσοδα από προμήθειες, η πιστωτική επέκταση και η βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας θα αντισταθμίσουν εν μέρει την απώλεια καθαρών εσόδων από τόκους.
«Προβλέπουμε ότι η απόδοση ιδίων κεφαλαίων θα μειωθεί στο 11,0% το 2025 από 13,7% το 2023, παραμένοντας ωστόσο ισχυρή» σημειώνει η S&P.
Σύμφωνα με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης, το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας το διάστημα 2024-2027 θα αυξηθεί κατά μέσο όρο κατά 2,4%, ξεπερνώντας τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες.
Αυτό θα οφείλεται κυρίως στην έντονη άνοδο της επενδυτικής δραστηριότητας που υποστηρίζεται από τα έργα του προγράμματος NextGeneration EU, καθώς και στο γεγονός ότι η ελληνική οικονομία παραμένει 22% μικρότερη από την κορυφή της πριν από την κρίση χρέους (πολύ χαμηλή βάση).
Σύμφωνα με την S&P, η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει ανθεκτική, με περιορισμένες νέες εισροές σε ό,τι αφορά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPA).
Οι θετικές προοπτικές στην εγχώρια αγορά ακινήτων, τα ανανεωμένα κριτήρια δανειοδότησης και οι αυξημένες προοπτικές ανακτήσεων λόγω των δικαστικών μεταρρυθμίσεων της τελευταίας δεκαετίας θα υποστηρίξουν αυτήν την τάση.
Η συνεχής απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων θα ενισχύσει τη ζήτηση για νέα εταιρικά δάνεια, ενώ τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών θα αυξηθούν κατά 3%-4%.
Τι να προσέξετε τον επόμενο χρόνο
Σε αυτό το περιβάλλον, η S&P μας συστήνει να προσέχουμε την εξέλιξη των καθαρών εσόδων από τόκους καθώς τα επιτόκια μειώνονται.
Δεδομένου ότι μεγάλο μερίδιο του χαρτοφυλακίου τους αφορούν δάνεια μεταβλητού επιτοκίου, όλες οι τράπεζες θα επικεντρωθούν στη διατήρηση των κερδών τους.
Σε ό,τι αφορά την κατανομή κεφαλαίου των τραπεζών, μετά από πάνω από μια δεκαετία, οι τράπεζες επανέλαβαν τις διανομές μερισμάτων το 2024.
Ορισμένες προχώρησαν και σε συγχωνεύσεις και εξαγορές, όπως η Eurobank S.A., η οποία απέκτησε πλειοψηφικό μερίδιο στην Hellenic Bank Public Company Ltd. (Ελληνική Τράπεζα)
www.bankingnews.gr
Τα έντοκα έσοδα θα μειωθούν και η απόδοση ιδίων κεφαλαίων θα μειωθεί.
Επίσης, το κόστος κινδύνου θα παραμείνει σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών, με παρήγορο στοιχείο το γεγονός ότι η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει ανθεκτική, με περιορισμένες νέες εισροές μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPA).
Ειδικότερα, σύμφωνα με την S&P, η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να εγκρίνει την επανέναρξη διανομής μερισμάτων από τις ελληνικές τράπεζες, καθώς και η διάθεση των υπολειπόμενων μετοχών που είχε στις συστημικές ελληνικές τράπεζες το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αποτελούν τεκμήρια της σημαντικής μεταμόρφωσης των τραπεζικών ισολογισμών τα τελευταία χρόνια.
Στα θετικά περιλαμβάνονται επίσης οι μειωμένες δομές κόστους, η εξομάλυνση του κόστους κινδύνου και η ανάπτυξη χορηγήσεων που θα ενισχύσουν την κερδοφορία των τραπεζών, παρά το γεγονός ότι το επιτοκιακό περιβάλλον γίνεται λιγότερο υποστηρικτικό και, εύλογα, τα κέρδη υποχωρούν.
Τα προφίλ χρηματοδότησης και ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών συνέχισαν να βελτιώνονται, παρά τις εξοφλήσεις των TLTROs…
Σε αυτό το πλαίσιο, η εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών πλησιάζει στο τέλος της, με κάποια θέματα ποιότητας στοιχείων ενεργητικού να παραμένουν στις μικρότερες τράπεζες.
Η εν λόγω τάση, μαζί με τις νέες χορηγήσεις σε υγιέστερες επιχειρήσεις, μας οδηγεί στην πρόβλεψη ότι ο δείκτης εγχώριων μη εξυπηρετούμενων περιουσιακών στοιχείων (NPA) θα μειωθεί περίπου στο 5% έως το τέλος του 2025, μέσω πωλήσεων και οργανικών ανακτήσεων, λέει ο αμερικανικός οίκος και συμπληρώνει:
«Παρ' όλα αυτά, αναμένουμε ότι το κόστος κινδύνου για τις περισσότερες τράπεζες θα παραμείνει κοντά στις 80 μονάδες βάσης τους επόμενους 12-18 μήνες, σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η ποιότητα κεφαλαίων παραμένει αδύναμη και οι προοπτικές βελτίωσης είναι περιορισμένες, κάτι που περιορίζει τις αξιολογήσεις.
Οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις αποτελούν πάνω από το 50% της βάσης ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών και αποσβένονται σε δόσεις».
Κερδοφορία
Η κερδοφορία των τραπεζών βελτιώθηκε, αλλά τα χαμηλότερα επιτόκια θα δοκιμάσουν την ανθεκτικότητα της κερδοφορίας.
Το χαμηλότερο κόστος κινδύνου, τα ισχυρά έσοδα από προμήθειες, η πιστωτική επέκταση και η βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας θα αντισταθμίσουν εν μέρει την απώλεια καθαρών εσόδων από τόκους.
«Προβλέπουμε ότι η απόδοση ιδίων κεφαλαίων θα μειωθεί στο 11,0% το 2025 από 13,7% το 2023, παραμένοντας ωστόσο ισχυρή» σημειώνει η S&P.
Σύμφωνα με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης, το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας το διάστημα 2024-2027 θα αυξηθεί κατά μέσο όρο κατά 2,4%, ξεπερνώντας τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες.
Αυτό θα οφείλεται κυρίως στην έντονη άνοδο της επενδυτικής δραστηριότητας που υποστηρίζεται από τα έργα του προγράμματος NextGeneration EU, καθώς και στο γεγονός ότι η ελληνική οικονομία παραμένει 22% μικρότερη από την κορυφή της πριν από την κρίση χρέους (πολύ χαμηλή βάση).
Σύμφωνα με την S&P, η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει ανθεκτική, με περιορισμένες νέες εισροές σε ό,τι αφορά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPA).
Οι θετικές προοπτικές στην εγχώρια αγορά ακινήτων, τα ανανεωμένα κριτήρια δανειοδότησης και οι αυξημένες προοπτικές ανακτήσεων λόγω των δικαστικών μεταρρυθμίσεων της τελευταίας δεκαετίας θα υποστηρίξουν αυτήν την τάση.
Η συνεχής απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων θα ενισχύσει τη ζήτηση για νέα εταιρικά δάνεια, ενώ τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών θα αυξηθούν κατά 3%-4%.
Τι να προσέξετε τον επόμενο χρόνο
Σε αυτό το περιβάλλον, η S&P μας συστήνει να προσέχουμε την εξέλιξη των καθαρών εσόδων από τόκους καθώς τα επιτόκια μειώνονται.
Δεδομένου ότι μεγάλο μερίδιο του χαρτοφυλακίου τους αφορούν δάνεια μεταβλητού επιτοκίου, όλες οι τράπεζες θα επικεντρωθούν στη διατήρηση των κερδών τους.
Σε ό,τι αφορά την κατανομή κεφαλαίου των τραπεζών, μετά από πάνω από μια δεκαετία, οι τράπεζες επανέλαβαν τις διανομές μερισμάτων το 2024.
Ορισμένες προχώρησαν και σε συγχωνεύσεις και εξαγορές, όπως η Eurobank S.A., η οποία απέκτησε πλειοψηφικό μερίδιο στην Hellenic Bank Public Company Ltd. (Ελληνική Τράπεζα)
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών