Από την κατάρρευση των τραπεζών το 2008, η δημιουργία πιστώσεων έχει μετατοπιστεί από τους ισολογισμούς των τραπεζών σε άλλες εταιρείες
Αυξάνονται ολοένα και περισσότερο οι «φωνές» -κυρίως δε αξιωματούχων των χρηματοπιστωτικών ρυθμιστικών αρχών- που κρούουν τον του κινδύνου για τη σκιώδη τραπεζική και τον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει στην πυροδότηση της επόμενης συστημικής χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Αποτελούμενος από ιδρύματα που ασκούν δραστηριότητες χρηματοπιστωτικής αγοράς αλλά δεν ρυθμίζονται με τον τρόπο που ρυθμίζονται οι τράπεζες, ο ευρωπαϊκός κλάδος της σκιώδους τραπεζικής, γνωστός και ως μη τραπεζικός τομέας ή χρηματοπιστωτικός τομέας, που βασίζεται στην αγορά, τα τελευταία χρόνια έχει αποφύγει την κατάρρευση αποκλειστικά και μόνον λόγω έκτακτων παρεμβάσεων από κρατικούς φορείς όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και η Τράπεζα της Αγγλίας.
Ειδικότερα, η «αξιοσημείωτη» αύξηση της αγοράς των ιδιωτικών κεφαλαίων και άλλων πηγών χρηματοδότησης εκτός των ελεγχόμενων τραπεζών είναι η μεγαλύτερη απειλή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωζώνης, σύμφωνα με ανώτερο αξιωματούχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
«Υπάρχουν σίγουρα έντονα προειδοποιητικά σημάδια» δήλωσε στους Financial Times η Elizabeth McCall, μέλος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ.
«Ο λόγος για την περιοχή όπου πιθανότατα έχουμε τη λιγότερη ορατότητα και για την οποία τα πράγματα μπορούν να κινηθούν πιο γρήγορα από ό,τι η συνήθης πιστωτική δυναμική: αυτή είναι η αγορά των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών διαμεσολαβητών».
Να σημειωθεί πως οι ενδιάμεσοι μη τραπεζικοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί της ΕΕ, που συχνά αποκαλούνται «σκιώδεις τράπεζες», κατείχαν περιουσιακά στοιχεία αξίας 42,9 τρισ. ευρώ το τρίτο τρίμηνο του περασμένου έτους, έναντι 38 τρισ. ευρώ που κατείχαν οι παραδοσιακές τράπεζες, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η ανάπτυξη του κλάδου μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση ήταν «αξιοσημείωτη», «κάτι που πάντα μας ανησυχεί», είπε η Elizabeth McCall.
«Βρίσκεται εκτός της εποπτικής και ρυθμιστικής περιμέτρου», πρόσθεσε, τονίζοντας ότι οι αδιαφανείς δεσμοί μεταξύ του κλάδου και των τραπεζών μέσω συμφωνιών επαναγοράς, πιστωτικών γραμμών ή παραγώγων εγείρουν ανησυχίες για «συστημικούς κινδύνους».
Η McCall είπε ότι υπάρχουν προειδοποιητικές ενδείξεις για το πώς αυτοί οι κίνδυνοι θα μπορούσαν να εξελιχθούν ξαφνικά, συμπεριλαμβανομένης της κατάρρευσης του family office Archegos Capital Management πριν από τρία χρόνια, που προκάλεσε ζημίες 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε επενδυτικές τράπεζες όπως η Credit Suisse και η Nomura.
«Είχαμε κρίσεις», είπε, προσθέτοντας ότι το sell off στις αγορές χρέους του Ηνωμένου Βασιλείου πριν από δύο χρόνια, λόγω των απωλειών από σύνθετες στρατηγικές που συνδέονται με παράγωγα στα συνταξιοδοτικά ταμεία, ήταν «άλλο ένα red flag».
Η McCall είναι η μοναδική πολίτης των ΗΠΑ που συμμετέχει στο εποπτικό συμβούλιο της ΕΚΤ από τη δημιουργία του πριν από μια δεκαετία για να επιβλέπει τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης.
Όπως είπε, ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας «αποδείχθηκε αρκετά ανθεκτικός απέναντι σε σημαντικές προκλήσεις τα τελευταία χρόνια», αφού τα επίπεδα κεφαλαίων αυξήθηκαν σχεδόν κατά ένα τέταρτο και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συρρικνώθηκαν κατά δύο τρίτα την τελευταία δεκαετία.
Αλλά η άνοδος των σκιωδών δανειστών θυμίζει την κατάρρευση του αμερικανικού hedge fund Long-Term Capital Management το 1998.
«Υποψιάζομαι ότι ο κίνδυνος συσχέτισης εμφανίζεται ξανά» σημείωσε.
«Μερικά από αυτά τα αμοιβαία κεφάλαια, ειδικά ορισμένα hedge funds, γίνονται τόσο μεγάλα που μπορούν να κινήσουν εν μέρει την αγορά από μόνα τους και δεν είναι πιθανό να λειτουργήσουν ως αποσβεστήρες κραδασμών με τον ίδιο τρόπο που κάνουν μερικές φορές οι τράπεζες», είπε.
Hedge funds
Τα hedge funds Citadel και Millennium με έδρα τις ΗΠΑ διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία άνω των 60 δισ. δολαρίων το καθένα.
Η ΕΚΤ «δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις αγορές ιδιωτικών πιστώσεων», σημείωσε, προειδοποιώντας ότι τα ανοίγματά τους θα μπορούσαν να συσχετιστούν στενά με αυτά των τραπεζών.
Η McCaul απέρριψε τον ισχυρισμό ορισμένων στελεχών private equities ότι μειώνουν τους κινδύνους μετατοπίζοντας δραστηριότητες εκτός των ισολογισμών των τραπεζών.
Υποστήριξε δε ότι τα επιχειρήματά τους είχαν απήχηση εκείνους που πουλούσαν ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου ως εξασφαλισμένες υποχρεώσεις χρέους πριν αυτή η αγορά καταρρεύσει και προκαλέσει το οικονομικό κραχ του 2008. «Μου θυμίζει την κρίση των subprime», είπε.
Οι κορυφαίες χρηματοοικονομικές αρχές στον κόσμο εργάζονται για να φέρουν περισσότερη διαφάνεια και να μειώσουν τους κινδύνους σε ελαφρώς ρυθμιζόμενους τομείς εκτός του παραδοσιακού τραπεζικού.
Όμως μέχρι στιγμής διστάζουν να φέρουν τις μη τράπεζες υπό την άμεση εποπτεία τους.
Η McCaul, που θα αποχωρήσει από την ΕΚΤ τον Νοέμβριο, δήλωσε ότι ελέγχει εάν οι 113 τράπεζες της Ευρωζώνης που εποπτεύει έχουν πλήρη εικόνα της έκθεσής τους σε μη τράπεζες.
«Εάν ένα ίδρυμα έχει συμφωνίες δανεισμού, συμφωνίες διαπραγμάτευσης ή στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου που συνδέονται με την αγορά NBFI, ρωτάμε τι είδους δέουσα επιμέλεια ασκούν» είπε.
Η άνοδος
Από την κατάρρευση των τραπεζών το 2008, η δημιουργία πιστώσεων έχει μετατοπιστεί από τους ισολογισμούς των τραπεζών σε άλλες εταιρείες που συμπεριφέρονται σαν παραδοσιακοί δανειστές, αλλά υπόκεινται σε πιο ελαφριά ρύθμιση.
Αυτές οι εταιρείες αναφέρονται συχνά ως «σκιώδεις τράπεζες».
Το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΕΕ παρακολουθεί αυτούς τους «μη τραπεζικούς χρηματοπιστωτικούς ενδιάμεσους», τους οποίους ορίζει ως οποιαδήποτε οικονομική οντότητα εκτός από εμπορική τράπεζα, κεντρική τράπεζα ή δημόσιο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.
Αυτός ο εκτεταμένος τομέας περιλαμβάνει funds, διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων, συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστές, αμοιβαία κεφάλαια κινδύνου, ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, πιστωτικά κεφάλαια και καταπιστεύματα επενδύσεων σε ακίνητα. Έχει ένα απόθεμα περιουσιακών στοιχείων αξίας 218 τρισεκατομμυρίων δολαρίων – σχεδόν το ήμισυ όλων των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.
www.bankingnews.gr
Αποτελούμενος από ιδρύματα που ασκούν δραστηριότητες χρηματοπιστωτικής αγοράς αλλά δεν ρυθμίζονται με τον τρόπο που ρυθμίζονται οι τράπεζες, ο ευρωπαϊκός κλάδος της σκιώδους τραπεζικής, γνωστός και ως μη τραπεζικός τομέας ή χρηματοπιστωτικός τομέας, που βασίζεται στην αγορά, τα τελευταία χρόνια έχει αποφύγει την κατάρρευση αποκλειστικά και μόνον λόγω έκτακτων παρεμβάσεων από κρατικούς φορείς όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και η Τράπεζα της Αγγλίας.
Ειδικότερα, η «αξιοσημείωτη» αύξηση της αγοράς των ιδιωτικών κεφαλαίων και άλλων πηγών χρηματοδότησης εκτός των ελεγχόμενων τραπεζών είναι η μεγαλύτερη απειλή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωζώνης, σύμφωνα με ανώτερο αξιωματούχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
«Υπάρχουν σίγουρα έντονα προειδοποιητικά σημάδια» δήλωσε στους Financial Times η Elizabeth McCall, μέλος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ.
«Ο λόγος για την περιοχή όπου πιθανότατα έχουμε τη λιγότερη ορατότητα και για την οποία τα πράγματα μπορούν να κινηθούν πιο γρήγορα από ό,τι η συνήθης πιστωτική δυναμική: αυτή είναι η αγορά των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών διαμεσολαβητών».
Να σημειωθεί πως οι ενδιάμεσοι μη τραπεζικοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί της ΕΕ, που συχνά αποκαλούνται «σκιώδεις τράπεζες», κατείχαν περιουσιακά στοιχεία αξίας 42,9 τρισ. ευρώ το τρίτο τρίμηνο του περασμένου έτους, έναντι 38 τρισ. ευρώ που κατείχαν οι παραδοσιακές τράπεζες, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η ανάπτυξη του κλάδου μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση ήταν «αξιοσημείωτη», «κάτι που πάντα μας ανησυχεί», είπε η Elizabeth McCall.
«Βρίσκεται εκτός της εποπτικής και ρυθμιστικής περιμέτρου», πρόσθεσε, τονίζοντας ότι οι αδιαφανείς δεσμοί μεταξύ του κλάδου και των τραπεζών μέσω συμφωνιών επαναγοράς, πιστωτικών γραμμών ή παραγώγων εγείρουν ανησυχίες για «συστημικούς κινδύνους».
Η McCall είπε ότι υπάρχουν προειδοποιητικές ενδείξεις για το πώς αυτοί οι κίνδυνοι θα μπορούσαν να εξελιχθούν ξαφνικά, συμπεριλαμβανομένης της κατάρρευσης του family office Archegos Capital Management πριν από τρία χρόνια, που προκάλεσε ζημίες 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε επενδυτικές τράπεζες όπως η Credit Suisse και η Nomura.
«Είχαμε κρίσεις», είπε, προσθέτοντας ότι το sell off στις αγορές χρέους του Ηνωμένου Βασιλείου πριν από δύο χρόνια, λόγω των απωλειών από σύνθετες στρατηγικές που συνδέονται με παράγωγα στα συνταξιοδοτικά ταμεία, ήταν «άλλο ένα red flag».
Η McCall είναι η μοναδική πολίτης των ΗΠΑ που συμμετέχει στο εποπτικό συμβούλιο της ΕΚΤ από τη δημιουργία του πριν από μια δεκαετία για να επιβλέπει τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης.
Όπως είπε, ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας «αποδείχθηκε αρκετά ανθεκτικός απέναντι σε σημαντικές προκλήσεις τα τελευταία χρόνια», αφού τα επίπεδα κεφαλαίων αυξήθηκαν σχεδόν κατά ένα τέταρτο και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συρρικνώθηκαν κατά δύο τρίτα την τελευταία δεκαετία.
Αλλά η άνοδος των σκιωδών δανειστών θυμίζει την κατάρρευση του αμερικανικού hedge fund Long-Term Capital Management το 1998.
«Υποψιάζομαι ότι ο κίνδυνος συσχέτισης εμφανίζεται ξανά» σημείωσε.
«Μερικά από αυτά τα αμοιβαία κεφάλαια, ειδικά ορισμένα hedge funds, γίνονται τόσο μεγάλα που μπορούν να κινήσουν εν μέρει την αγορά από μόνα τους και δεν είναι πιθανό να λειτουργήσουν ως αποσβεστήρες κραδασμών με τον ίδιο τρόπο που κάνουν μερικές φορές οι τράπεζες», είπε.
Hedge funds
Τα hedge funds Citadel και Millennium με έδρα τις ΗΠΑ διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία άνω των 60 δισ. δολαρίων το καθένα.
Η ΕΚΤ «δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις αγορές ιδιωτικών πιστώσεων», σημείωσε, προειδοποιώντας ότι τα ανοίγματά τους θα μπορούσαν να συσχετιστούν στενά με αυτά των τραπεζών.
Η McCaul απέρριψε τον ισχυρισμό ορισμένων στελεχών private equities ότι μειώνουν τους κινδύνους μετατοπίζοντας δραστηριότητες εκτός των ισολογισμών των τραπεζών.
Υποστήριξε δε ότι τα επιχειρήματά τους είχαν απήχηση εκείνους που πουλούσαν ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου ως εξασφαλισμένες υποχρεώσεις χρέους πριν αυτή η αγορά καταρρεύσει και προκαλέσει το οικονομικό κραχ του 2008. «Μου θυμίζει την κρίση των subprime», είπε.
Οι κορυφαίες χρηματοοικονομικές αρχές στον κόσμο εργάζονται για να φέρουν περισσότερη διαφάνεια και να μειώσουν τους κινδύνους σε ελαφρώς ρυθμιζόμενους τομείς εκτός του παραδοσιακού τραπεζικού.
Όμως μέχρι στιγμής διστάζουν να φέρουν τις μη τράπεζες υπό την άμεση εποπτεία τους.
Η McCaul, που θα αποχωρήσει από την ΕΚΤ τον Νοέμβριο, δήλωσε ότι ελέγχει εάν οι 113 τράπεζες της Ευρωζώνης που εποπτεύει έχουν πλήρη εικόνα της έκθεσής τους σε μη τράπεζες.
«Εάν ένα ίδρυμα έχει συμφωνίες δανεισμού, συμφωνίες διαπραγμάτευσης ή στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου που συνδέονται με την αγορά NBFI, ρωτάμε τι είδους δέουσα επιμέλεια ασκούν» είπε.
Η άνοδος
Από την κατάρρευση των τραπεζών το 2008, η δημιουργία πιστώσεων έχει μετατοπιστεί από τους ισολογισμούς των τραπεζών σε άλλες εταιρείες που συμπεριφέρονται σαν παραδοσιακοί δανειστές, αλλά υπόκεινται σε πιο ελαφριά ρύθμιση.
Αυτές οι εταιρείες αναφέρονται συχνά ως «σκιώδεις τράπεζες».
Το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΕΕ παρακολουθεί αυτούς τους «μη τραπεζικούς χρηματοπιστωτικούς ενδιάμεσους», τους οποίους ορίζει ως οποιαδήποτε οικονομική οντότητα εκτός από εμπορική τράπεζα, κεντρική τράπεζα ή δημόσιο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.
Αυτός ο εκτεταμένος τομέας περιλαμβάνει funds, διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων, συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστές, αμοιβαία κεφάλαια κινδύνου, ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, πιστωτικά κεφάλαια και καταπιστεύματα επενδύσεων σε ακίνητα. Έχει ένα απόθεμα περιουσιακών στοιχείων αξίας 218 τρισεκατομμυρίων δολαρίων – σχεδόν το ήμισυ όλων των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών