Νέα δεδομένα στην ασφαλιστική αγορά αναμένεται να δημιουργήσουν το μοντέλο των IFRS 17 που θα τεθεί σε εφαρμογή από 1/1/22 το οποίο σε συνδυασμό με το εποπτικό καθεστώς Solvency II, αναμένεται να ανατρέψουν πολλούς από τους ισολογισμούς των ασφαλιστικών εταιριών, μειώνοντας τα κέρδη τους.
Οι αλλαγές που θα φέρει το συγκεκριμένο πρότυπο είναι ότι το εισόδημα των εταιρειών αναγνωρίζεται με βάση την πάροδο του κινδύνου και όχι του χρόνου, αλλά και το ότι η προσφορά ζημιογόνων προϊόντων.
Συγκεκριμένα, με τα νέα μοντέλα υπολογισμού θα προσμετρώνται οι αξίες των συμβολαίων στις τρέχουσες ταμειακές ροές, συμψηφίζοντας τους μελλοντικούς κινδύνους και συνυπολογίζοντας μελλοντικές ταμειακές ροές ή επιδράσεις από τις αυξομειώσεις των επιτοκίων.
Πρόκειται για ένα σύνθετο μοντέλο το οποίο απαιτεί αλλαγές στην οργάνωση με την διαχείριση των ασφαλιστήριων συμβολαίων να γίνεται οικονομική διεύθυνση, την αναλογιστική και την διεύθυνση πληροφορικής.
Τα IFRS17 θα τα εφαρμόσουν και οι αντασφαλιστικές εταιρείες με τον ίδιο τρόπο, όπως και οι ασφαλιστικές, ωστόσο λόγω των ιδιαίτερων δραστηριοτήτων τους.
Στις δυσκολίες αυτές η υποδιοικήτρια της ΤτΕ Χριστίνα Παπακωσταντίνου σε πρόσφατο συνέδριο, στο οποίο τόνισε ότι μεταξύ των προκλήσεων, συγκαταλέγεται η πιθανή δυσκολία διάθεσης επενδυτικών προϊόντων τώρα που δεν προσφέρονται εγγυημένες αποδόσεις, όπως τα επενδυτικά υψηλών εγγυημένων αποδόσεων σε τρέχον περιβάλλον μηδενικών-αρνητικών επιτοκίων και ισόβια συμβόλαια υγείας με ασφάλιστρο μη αναπροσαρμοζόμενο.
Επιπρόσθετα προβλήματα δημιουργεί η φετινή αναθεώρηση του εποπτικού πλαισίου Solvency IΙ, καθώς ο Ευρωπαίος επόπτης διαπιστώνει ένα ιδιαίτερα ασταθές ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον και προνοεί για το πώς θα ενδυναμώσει περαιτέρω τη σταθερότητα του ασφαλιστικού συστήματος προκειμένου να αντέξει στις δυσκολότερες των συνθηκών.
Η μεγαλύτερη ανησυχία προέρχεται από το κομμάτι των επενδύσεων, καθώς τα αποτελέσματα των εταιρειών προέρχονται από εκείνα που προκύπτουν από τις ασφαλιστικές εργασίες και από αυτά που προέρχονται από την πορεία του επενδυτικού τους χαρτοφυλακίου.
Στο δεύτερο κομμάτι επικρατεί σκεπτικισμός για το πώς θα μπορούσε να κινηθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια, καθώς το μεγαλύτερο τμήμα των χαρτοφυλακίων είναι τοποθετημένο -άμεσα ή έμμεσα μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων- σε ομόλογα και αυτό σε μια περίοδο όπου η μεσοπρόθεσμη τάση των επιτοκίων είναι πλέον ανοδική.
Η εικόνα της Ελληνικής αγοράς με τις εξαγορές και συγχωνεύσεις που αναμένεται να συνεχιστούν καθώς αρκετές μικρότερες εταιρείες δεν θα μπορέσουν να σηκώσουν το νέο εποπτικό πλαίσιο, δημιουργεί μεγάλο «άγχος» ιδίως στους μικρούς της αγοράς, για το εάν θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό.
Αντώνης Βασιλόπουλος
antonpaper@yahoo.com
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών