Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης επικαλείται την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, εν μέρει αποτέλεσμα βελτιώσεων στη διακυβέρνηση και αποτελεσματικών προηγούμενων μεταρρυθμίσεων του οικονομικού και τραπεζικού τομέα που αποδίδουν καρπούς. Μαζί με τη συνεχιζόμενη δέσμευση για υγιείς δημοσιονομικές μετρήσεις που υποστηρίζονται από την εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων, η υψηλότερη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ θα συμβάλει σε σημαντική μείωση του χρέους της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια, εκτιμάται.
Η επιβεβαίωση της αξιολόγησης «Ba3» αντανακλά μια ισορροπία μεταξύ των βελτιώσεων που παρατηρούνται σε πολλούς τομείς του πιστωτικού προφίλ της Ελλάδας με συνεχείς προκλήσεις. Ειδικότερα, περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στους τομείς της δικαιοσύνης, της εκπαίδευσης, του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και των αγορών εργασίας θα υποστήριζαν υψηλότερη βαθμολογία. Επιπλέον, η επιβάρυνση του δημόσιου χρέους παραμένει πολύ υψηλή και υποστηρίζεται από τους επίσημους πιστωτές, με μελλοντικές βελτιώσεις και πλήρη επιστροφή στη χρηματοδότηση βάσει της αγοράς που συνεπάγεται τη διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων για τα επόμενα χρόνια.
Οικονομική ανάπτυξη
Τα επόμενα χρόνια, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας θα υποστηριχθεί από επενδύσεις, τόσο μέσω κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και μέσω ιδιωτικών επενδύσεων. Μαζί με τις επιπτώσεις των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων και τις συνεχείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα και της δικαιοσύνης, είναι πιθανό να αυξηθεί η δυνητική ανάπτυξη σε 2% έως 3% τα επόμενα πέντε χρόνια. Επιπλέον, σε αντίθεση με τη δεκαετία έως το 2020, καθώς απορροφάται η πλεονάζουσα οικονομική ικανότητα, οι αποπληθωριστικές και αποπληθωριστικές πιέσεις θα υποχωρήσουν και ο μέτριος πληθωρισμός θα υποστηρίξει την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ.
«Η Ελλάδα έχει ανακάμψει γρήγορα από την πανδημία και ξεπέρασε την ενεργειακή κρίση, υπογραμμίζοντας τη συνολική οικονομική ανθεκτικότητά της. Το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 5,9% το 2022, μετά από 8,4% το 2021. Η ισχυρή ανάπτυξη προήλθε κυρίως από τον πολύ ισχυρό τουρισμό, την εγχώρια κατανάλωση και τις επενδύσεις. Η καλύτερη από ό,τι αναμένεται ενεργειακή κατάσταση στην Ευρώπη θα υποστηρίξει την ανάπτυξη στην Ελλάδα, την οποία ο Moody's προβλέπει περίπου 1,8% το 2023 και το 2024, κυρίως λόγω της ισχυρής κατανάλωσης και της συνεχιζόμενης ισχυρής αύξησης των επενδύσεων», σχολιάζεται.
Επιπλέον, σημειώνει ο αμερικανικός οίκος αξιολίγησης, το NextGeneration EU (NGEU) θα υποστηρίξει τις επενδύσεις και τις συνεχείς μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως η ενεργειακή μετάβαση, η ψηφιοποίηση και οι τομείς ανάπτυξης που ενισχύουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα. Στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας του NGEU (RRF), η Ελλάδα έχει πρόσβαση σε 30,5 δισεκ. ευρώ συνολικά (18% του ονομαστικού ΑΕΠ του 2021, διαιρείται σε 12,7 δισεκ. ευρώ σε δάνεια και 17,8 δισεκ. ευρώ σε επιχορηγήσεις). Η Ελλάδα είναι μεταξύ των πρωτοπόρων, με περισσότερα από 11 δισεκ. ευρώ να έχουν ήδη εκταμιευθεί. Μαζί με τις εισροές από τον τακτικό προϋπολογισμό της ΕΕ, αυτό θα υπερδιπλασιάσει τις δημόσιες επενδύσεις σε 14 δισεκ. ευρώ ετησίως κατά την περίοδο 2023-26 σε σύγκριση με τον μέσο όρο πριν από το 2020. Η Moody's εκτιμά ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να δει ώθηση στον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της περίπου 0,4 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως έως το 2030.
Σε συνδυασμό με τον πληθωρισμό σε μέτρια αλλά θετικά επίπεδα, μόλις υποχωρήσει το τρέχον σοκ στις τιμές της ενέργειας, η Moody's αναμένει αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ γύρω στο 4-6% τα επόμενα χρόνια, σε σύγκριση με κάτω του 2% και συχνά αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης τη δεκαετία έως το 2020.
Τραπεζικό σύστημα
Οι ελληνικές τράπεζες μείωσαν σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) το 2021 και το 2022, κυρίως μέσω τιτλοποιήσεων με το κυβερνητικό σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων («Ηρακλής») που βοήθησε στην εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών. Το πρόγραμμα Ηρακλής εισήχθη στα τέλη του 2019 και έληξε επίσημα τον Οκτώβριο του 2022. Στο τέλος του 2022, οι συνολικές κρατικές εγγυήσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος ανήλθαν σε 17,9 δισ. ευρώ (8,6% του ΑΕΠ). Η Moody's εκτιμά ότι ο μέσος σταθμισμένος δείκτης NPLs για τις τέσσερις συστημικά σημαντικές ελληνικές τράπεζες έφτασε στο 6,3% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2022, υποδηλώνοντας περαιτέρω μείωση του δείκτη σε όλο το σύστημα, ο οποίος ήταν 9,1% στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2022, σε σύγκριση με 49% τον Δεκέμβριο του 2016.
Τα περιθώρια και τα καθαρά έσοδα από τόκους των ελληνικών τραπεζών θα ωφεληθούν από υψηλότερα επιτόκια και τον νέο εταιρικό δανεισμό, που θα μετριάσει τον αντίκτυπο από τις πωλήσεις NPLs. Αντίστοιχα, η Moody's αναμένει βελτίωση της κερδοφορίας των τραπεζών, υποστηριζόμενη επίσης από υψηλότερα έσοδα από προμήθειες, συγκράτηση κόστους (ισορροπημένη από συνεχείς επενδύσεις στην τεχνολογική καινοτομία) και μέτριες προβλέψεις για ζημίες δανείων τους επόμενους 12-18 μήνες. Η βελτιωμένη κερδοφορία θα υποστηρίξει την εσωτερική δημιουργία κεφαλαίου των τραπεζών μέσω παρακρατηθέντων κερδών, παρά το ενδεχόμενο ήπιων πληρωμών μερισμάτων το 2024. Με τη σειρά τους, οι βελτιώσεις στη χρηματοοικονομική υγεία των τραπεζών θα τους επιτρέψουν να υποστηρίξουν την πιστωτική ανάπτυξη και την οικονομική δραστηριότητα.
Δημόσιο χρέος
Η ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ θα θέσει τις προϋποθέσεις για να μειωθεί αισθητά το δημόσιο χρέος της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια. Επιπλέον, η επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα, υποβοηθούμενη από την οικονομική ανάκαμψη και τη δημοσιονομική εξυγίανση, θα μειώσει επίσης το βάρος του χρέους. Μεταξύ 2021 και 2023, η Moody's αναμένει για την Ελλάδα μια από τις μεγαλύτερες μειώσεις του χρέους όλων των κρατών και τη μεγαλύτερη μεταξύ των προηγμένων οικονομιών και των μελών της ζώνης του ευρώ, με το δημόσιο χρέος να μειώνεται στο 162% του ΑΕΠ το 2023 από 194,5% το 2021. Συνολικά, το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ θα μειωθεί σε λιγότερο από το 150% του ΑΕΠ έως το 2026.
Η Moody's εκτιμά ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας μειώθηκε σημαντικά πέρυσι, στο 3,2% του ΑΕΠ από 7,5% το 2021. Για το 2023, η Moody's προβλέπει περαιτέρω βελτίωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 1,5% του ΑΕΠ και πρωτογενές πλεόνασμα 1,2% του ΑΕΠ το 2023. Τα πρωτογενή πλεονάσματα θα ανέλθουν σε περίπου 2% από το 2024, λόγω της εξομάλυνσης των επιπέδων δαπανών κάτω από το 50% του ΑΕΠ, κυρίως ως αποτέλεσμα της μείωσης των πληρωμών επιδοτήσεων και μεταβιβάσεων καθώς καταργούνται σταδιακά τα προσωρινά μέτρα στήριξης. Ταυτόχρονα, οι προβλέψεις της Moody's λαμβάνουν υπόψη την βραδύτερη αύξηση των εσόδων λόγω της μόνιμης μείωσης των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
Η διατήρηση σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων μεσοπρόθεσμα θα προκύψει εν μέρει από τη βελτίωση των θεσμών και της διακυβέρνησης της Ελλάδας. Η δέσμευση για συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι αξιόπιστη και η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων έχει ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε τομείς όπως η φορολογική διοίκηση και η συμμόρφωση, κάτι που κατά την άποψη της Moody's αντικατοπτρίζει τη βελτιωμένη ποιότητα των νομοθετικών και εκτελεστικών θεσμών.
Η αξιολόγηση της Ελλάδας υποστηρίζεται από ισχυρή οικονομική ισχύ σε παγκόσμιο πλαίσιο, αν και με ορισμένες αδυναμίες. Τα σχετικά υψηλά επίπεδα πλούτου της Ελλάδας εξισορροπούνται από το μέτριο μέγεθος της οικονομίας και το εξίσου μέτριο επίπεδο οικονομικής διαφοροποίησης και πολυπλοκότητας. Τα ποσοστά ανεργίας έχουν μειωθεί σημαντικά στο 12,4% το 2022 από 14,8% το 2021, αλλά η ανεργία των νέων παραμένει υψηλή και ο άτυπος τομέας απασχόλησης συνεχίζει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία. Η εισοδηματική ανισότητα είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και παρά τις βελτιώσεις από το 2015, το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια είναι συγκριτικά υψηλό. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει επίσης ένα εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ, το οποίο θα επιβαρύνει τη δυνητική ανάπτυξη.
Παρά τις σημαντικές βελτιώσεις τα τελευταία δέκα χρόνια, η αξιολόγηση της Moody's για τη θεσμική ισχύ της Ελλάδας εξακολουθεί να επηρεάζεται αρνητικά από την αναδιάρθρωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα από την κυβέρνηση το 2012. Ο έλεγχος της διαφθοράς και η βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος παραμένουν ένας τομέας πρόκλησης, με αρνητικές επιπτώσεις στο επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον σε περίπτωση επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής ή ανατροπής των αποφάσεων.
Η Ελλάδα θα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα χρέη παγκοσμίως τα επόμενα 3-5 χρόνια, παρά την αναμενόμενη σημαντική μείωση.
Η ευαισθησία της Ελλάδας σε κινδύνους σχετίζεται με τον τραπεζικό τομέα. Παρά τις σημαντικές βελτιώσεις, εξακολουθούν να υπάρχουν αδυναμίες. Η ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους, που χαρακτηρίζεται από μακροχρόνιο μέσο όρο μέχρι τη λήξη περίπου 20 ετών, μαζί με το μεγάλο ταμειακό απόθεμα της Ελλάδας, είναι σημαντικοί παράγοντες μετριασμού και θωρακίζουν το πιστωτικό προφίλ από την αύξηση των επιτοκίων.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών