Βρισκόμαστε μακριά από το σημείο όπου οι αγορές θα αρχίσουν να τιμωρούν την Ελλάδα για τη μη δέσμευσή της σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα αύξαναν το potential GDP growth, αλλά έχουμε σίγουρα περάσει το σημείο που αντιμετωπιζόμαστε ως ένα ελατήριο που μόλις απελευθερώθηκε.
Σύμφωνα με τον Λάμπη Μιχαλόπουλο, επικεφαλής του τμήματος ανάλυσης της Χρυσοχοΐδης ΑΧΕΠΕΥ, τα τελευταία τρία χρόνια που δημοσιεύουμε την οπτική μας (2022, 2023, 2024), εστιάζαμε στην σχετικά υψηλότερη ανάπτυξη του ΑΕΠ της Ελλάδας και στη μείωση του πολιτικού κινδύνου (ακόμα και το 2023 που είχαμε εκλογές), καταλήγοντας ότι υπάρχει σημαντικό upside σε αρκετά χρεόγραφα του Ελληνικού Χρηματιστηρίου.
Πέρυσι, επικεντρωθήκαμε στις προοπτικές των ελληνικών εταιρικών ομολόγων, πιστεύοντας στη μείωση των επιτοκίων.
Τα παρακάτω επιχειρήματα δεν έχουν αλλάξει: Η Ελλάδα συνεχίζει να καταγράφει πολύ υψηλότερη ανάπτυξη ΑΕΠ από τον μέσο όρο της ΕΕ (2,4% ανάπτυξη ΑΕΠ το 2024, με 2,7% αναμενόμενο το 2025).
Η πολιτική σταθερότητα παραμένει, ειδικά σε σύγκριση με τη Γερμανία, που θα έχει νέες εκλογές το Φεβρουάριο, και τη Γαλλία, η οποία δυσκολεύεται να ψηφίσει τον προϋπολογισμό του 2025.
Επιπλέον, η Ελλάδα έχει ήδη αντιμετωπίσει δύο από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ΕΕ — τις δαπάνες άμυνας και την ενεργειακή ασφάλεια.
Η χώρα έχει γίνει καθαρός εξαγωγέας ενέργειας και διατηρεί σταθερά τις δαπάνες άμυνας πάνω από το 2% του ΑΕΠ για δεκαετίες.
Εν τω μεταξύ, η ΕΚΤ παραμένει σε φάση μείωσης επιτοκίων, σε αντίθεση με τη Federal Reserve, η οποία αναμένουμε να προχωρήσει μόνο σε μία ακόμη μείωση 25 μονάδων βάσης αργότερα φέτος, πιθανώς τον Ιούλιο.
Παρά ταύτα, το ερώτημα είναι πόσο συνεχίζουν τα παραπάνω να προσφέρουν ένα risk/reward premium.
Το μακροοικονομικό περιβάλλον παραμένει ευνοϊκό, με το Ταμείο Ανάκαμψης να αναμένεται να συνεισφέρει 5 δισ. ευρώ το 2025 στην οικονομία μας των 240 δισ. δολαρίων. Ωστόσο, οι κίνδυνοι δείχνουν μεγαλύτεροι.
Σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια, το 2025 δεν έχει κάποιον θετικό καταλύτη, όπως η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η υποψηφιότητα για αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε καθεστώς ανεπτυγμένης αγοράς ή η μείωση των spreads κάτω από τις 100 μονάδες βάσης σε σχέση με τα Bunds.
Ελλείψει ενός σαφούς οροσήμου που να μειώνει την αβεβαιότητα, φοβόμαστε ότι οι αγορές θα αρχίσουν να αμφισβητούν το capacity της ελληνικής οικονομίας και κατά πόσο η χρηματοδότηση μπορεί να απορροφηθεί πλήρως.
Η κυβέρνηση ήταν πολύ γρήγορη στο να κατευθύνει την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και να αυξήσει το ανεκτέλεστο των Ελληνικών Εταιρειών.
Το επίδικο όμως είναι το κατά πόσο τα κεφάλαια θα προλάβουν να απορροφηθούν, το πότε θα παραδοθούν τα έργα και θα εγγραφεί έτσι αύξηση κερδών και αύξηση του ΑΕΠ, δεδομένου ότι οι εταιρείες φαίνεται να λειτουργούν στο full capacity.
Προκειμένου να κατακτηθεί υψηλότερη αναπτυξιακή δυναμική (potential GDP growth) και να μην αρκεστούμε στα δύο χρόνια ανάπτυξης (GDP growth) που υπόσχεται το RRF, ένα μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού και περισσότερες εταιρίες θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση.
Βρισκόμαστε μακριά από το σημείο όπου οι αγορές θα αρχίσουν να τιμωρούν την Ελλάδα για τη μη δέσμευσή της σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα αύξαναν το potential GDP growth, αλλά έχουμε σίγουρα περάσει το σημείο που αντιμετωπιζόμαστε ως ένα ελατήριο που μόλις απελευθερώθηκε.
O Κόσμος: Στις ΗΠΑ, αναμένονται πολιτικές απορύθμισης, δασμοί και πιθανώς μείωση των εταιρικών φόρων. Είναι μια οικονομία που τρέχει με ανάπτυξη 3% (ούτε υπερθερμασμένη, ούτε σε ύφεση) και έχει διατυπώσει τη δέσμευση να γίνει αποδοτικότερη κόβοντας περιττές δαπάνες. Η Αμερική κυριαρχεί στο τομέα της τεχνητής νοημοσύνης και το μέλλον φαίνεται θετικό.
Ωστόσο, ο πληθωρισμός δείχνει να ξανανεβαίνει από τα χαμηλά του Σεπτεμβρίου και αναμένουμε ότι μπορεί να ξεπεράσει το όριο του 3% κατά τις πρώτες αναγνώσεις του 2025, πιέζοντας τις αγορές.
Δεδομένου ότι η Αμερικανική αγορά βρίσκεται στα υψηλά της, περιμέναμε διόρθωση προτού τοποθετηθούμε περαιτέρω.
Στην Ευρώπη, υπάρχει η Δαμόκλειος σπάθη της εισβολής στην Ουκρανία, η μειωμένη πολιτική επιρροή των Γερμανών και Γάλλων ηγετών, η αναιμική ανάπτυξη και η ανάγκη για αυξημένες δαπάνες άμυνας.
Επιπλέον, ο ήπιος χειμώνας που βιώθηκε το 2024, ο οποίος βοήθησε τη μείωση του ευρωπαϊκού πληθωρισμού, δεν δείχνει να επαναλαμβάνεται.
Παραμένουμε επιφυλακτικοί για τις ευρωπαϊκές μετοχές και τις εξετάζουμε ανά περίπτωση. Με αυτές τις συνθήκες, η τοποθέτηση στην Κίνα (για παράδειγμα μέσω του ETF CNAA εκφρασμένου σε ευρώ) πρέπει να εξεταστεί.
Τον Σεπτέμβριο, το Πεκίνο απελευθέρωσε νέα κεφαλαία, αλλάζοντας τη δυναμική της αγοράς. Εφόσον το ζεύγος USDCNY δεν ξεπεράσει το επίπεδο των 7,50, το σταθερά αυξανόμενο εμπορικό ισοζύγιο της Κίνας και η αυξανόμενη χρηματοδότηση προς τον βιομηχανικό της τομέα (η οποία αντικαθιστά την μη παραγωγική χρηματοδότηση του τομέα των ακινήτων) είναι θετικοί παράγοντες.
Άλλωστε, μεγάλες οι αποδόσεις είναι εφικτές μόνο σε λιγότερο κορεσμένες αγορές.
Τα top picks
Λαμβάνοντας υπόψη την απόσταση από τις τιμές-στόχους μας, τα μερίσματα, τους τρέχοντες δείκτες P/E και EV/EBITDA, έναν δείκτη για το χρηματοοικονομικό κόστος και δύο δείκτες για το βαθμό μόχλευσης, οι παρακάτω ελληνικές μετοχές ξεχωρίζουν για το 2025 και αποτελούν τις top επιλογές μας.
ΟΤΕ με τιμή στόχο τα 17 ευρώ και περιθώριο ανόδου 14,5%, ΟΠΑΠ με τιμή στόχο τα 20 ευρώ και περιθώριο ανόδου 27,5%, Metlen με τιμή στόχο τα 39,24 ευρώ και περιθώριο ανόδου 17,5%, Jumbo με τιμή στόχο τα 30 ευρώ και περιθώριο 19,1% και Motor Oil με τιμή στόχο τα 25 ευρώ και περιθώριο ανόδου 21,6%.
Οι κορυφαίες επιλογές του 2024 είχαν απόδοση +16,5% (χωρίς να υπολογίσουμε τα διανεμόμενα μερίσματα) σε σύγκριση με το +11,6% του Γενικού Δείκτη. Συγκεκριμένα: CocaCola HBC (21,7%), OTE (17,2%), ΟΠΑΠ (1,5%), Titan (81,2%), EpsilonNet (21,5%), Profile (24,5%), Autohellas (-18,4%) και Μοτοδυναμική (- 17,5%). Oι δύο επιλογές που υποαπέδωσαν βρίσκονται υπό αναθεώρηση ως προς την αποτίμησή τους.
Σχόλια αναγνωστών