Τελευταία Νέα
Chania
Νομικό Βήμα

Η Ένωση Κεφαλαιαγορών και η ανάπτυξη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων

Η Ένωση Κεφαλαιαγορών και η ανάπτυξη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων

Του Διονύση Ν. Φωτόπουλου, Δικηγόρου Αθηνών

Η λεγόμενη Ένωση Κεφαλαιαγορών (ή Ένωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων, όπως πρόσφατα τη μετονόμασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή) έχει για τουλάχιστον μία δεκαετία αποτελέσει κρίσιμη θεσμική φιλοδοξία για όσους καταπιάνονται με θεωρητικές και πρακτικές ασκήσεις πραγμάτωσης των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της ΕΕ. Το πλέον πρόσφατο παράδειγμα είναι ο πρώην Ιταλός Πρωθυπουργός, κ. Mario Draghi, ο οποίος στην έκθεσή του για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας έθεσε την ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών ως μια ουσιώδη συνθήκη προκειμένου η ΕΕ να κατορθώσει να σηκώσει ανταγωνιστικό ανάστημα έναντι των ΗΠΑ και της Κίνας.
Διονύσης_Φωτόπουλος_1.jpg
Θεμελιώδης άξονας του πλάνου είναι – όπως συχνά συμβαίνει και επί λοιπών επιμέρους διαδικασιών ευρωπαϊκής εναρμόνισης – η άρση του κατακερματισμού και η συγκέντρωση αρμοδιοτήτων σε ενωσιακό επίπεδο.
Προτείνεται, συγκεκριμένα, η μεταφορά ρυθμιστικών και εποπτικών αρμοδιοτήτων σχετικά με την παροχή  επενδυτικών υπηρεσιών και τα χρηματιστήρια από τις εθνικές αρχές των κρατών μελών προς την Ευρωπαϊκή Αρχή Αγορών και Κινητών Αξιών. Όπως είναι γνωστό, η δε τελευταία, η οποία συστάθηκε το 2010 ως απότοκη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, επί του παρόντος περιορίζεται σε ρόλο συντονιστικό και ασκεί άμεση εποπτεία αποκλειστικά επί συγκεκριμένων φορέων της αγοράς, όπως είναι οι οίκοι αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και τα μητρώα συναλλαγών. 
Βασική στόχευση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών είναι η συγκρότηση ενός χρηματοδοτικού μοντέλου βασισμένου στις κεφαλαιαγορές (market-based model), σε αντιδιαστολή με το μοντέλο της τραπεζικής διαμεσολάβησης (banκ-based model) που ως τώρα κυριαρχεί εντός της ΕΕ. Κατ’ ουσία, πιθανολογείται, αν όχι θεωρείται βέβαιο, ότι η θεσμική αναδιάρθρωση και ενοποίηση θα φέρει την προσδοκώμενη αύξηση της εισαγωγής μετοχών και ομολόγων στο χρηματιστήριο και την ενίσχυση της ιδιωτικής ζήτησής τους, καθώς θα άρει γραφειοκρατικά και διασυνοριακά εμπόδια και ανομοιογενείς πρακτικές που υιοθετούνται από τις εθνικές αρχές των κρατών μελών στο πλαίσιο του υφιστάμενου κατακερματισμένου τοπίου.
Ειδικότερα, είναι σαφές ότι η ανάπτυξη και η ρυθμιστική και εποπτική σύγκλιση των ενωσιακών κεφαλαιαγορών θα προσδώσει ευελιξία και επιπλέον επιλογές στους δρώντες της αγοράς, θα μειώσει το κόστος χρηματοδότησης και συναλλαγών για τις εταιρείες και θα επικουρήσει χρηματοδοτικά κρίσιμους στρατηγικούς τομείς, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η πράσινη μετάβαση, η εξοπλιστική αυτοτέλεια, κτλ., κινητοποιώντας και διοχετεύοντας καταλλήλως ιδιωτικά κεφάλαια.
Αφενός οι επενδυτές-αποταμιευτές θα μπορούν ευχερέστερα να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε επικερδείς επενδύσεις αντί της αποταμίευσης, ιδίως αν ληφθούν υπόψη τα ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια των τραπεζικών καταθέσεων, αφετέρου οι χρηματοδοτούμενοι, και ιδίως οι νεοφυείς και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε περισσότερες, αποδοτικότερες και φθηνότερες πηγές χρηματοδότησης.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η κατάλληλη και φθηνή χρηματοδότηση είναι εκ των ων ουκ άνευ για την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.
Η ΕΕ φαίνεται ότι πάσχει σε αυτόν τον τομέα σε σύγκριση με τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της.
Ενδεικτικά, παρότι οι οικονομίες των κρατών μελών της ΕΕ συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο ανεπτυγμένων και το ΑΕΠ τους εν συνόλω ανέρχεται περίπου στο 17% του παγκόσμιου ΑΕΠ, μόλις 5 από τις 50 πιο μεγάλες εταιρείες (σε αγοραία αξία) του χρηματιστηριακού δείκτη S&P Global 1200 της Standard & Poor’s προέρχονται από χώρες της ΕΕ. 
Ταυτόχρονα, η ΕΕ υστερεί και σε λοιπά χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity funds) και τα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (venture capital funds), τα οποία είναι πολύ διαδεδομένα στις ΗΠΑ και κατά κύριο λόγο χρηματοδοτούν καινοτόμα επιχειρηματικά εγχειρήματα που σε ορισμένες των περιπτώσεων έχουν εξελιχθεί σε εταιρικούς κολοσσούς, αποφέροντας ασύλληπτες αποδόσεις.
Μάλιστα, όπως αποτυπώνεται και στην έκθεση Draghi, οι επενδύσεις τύπου κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών στην ΕΕ, κατά το στάδιο μεγέθυνσης και επέκτασης, υπολείπονται κατά 82% έναντι των αντίστοιχων στις ΗΠΑ. Αυτό το χρηματοδοτικό έλλειμμα έχει ως αποτέλεσμα οι ευρωπαϊκές καινοτόμες τεχνολογικές εταιρείες συχνά να αδυνατούν να επιτύχουν την προσδοκώμενη ανάπτυξή τους, καταφεύγοντας ως εκ τούτου σε αναζήτηση επενδυτικών και χρηματοδοτικών ευκαιριών εκτός ΕΕ, κυρίως προς τις ΗΠΑ. 
Χαρακτηριστικό είναι ότι ουδεμία εταιρεία της ΕΕ δεν έχει κεφαλαιοποίηση αγοράς (market cap) άνω των 100 δισ. ευρώ και δεν έχει συγκροτηθεί από το μηδέν (δηλαδή ως συσταθείσα καινούργια οντότητα και όχι μέσω εξαγορών, συγχωνεύσεων ή αποσχίσεων) εντός των τελευταίων 50 χρόνων. Αντιθέτως, στις ΗΠΑ 6 εταιρείες με κεφαλαιοποίηση αγοράς άνω του 1 τρις ευρώ έχουν συσταθεί κατά την ίδια περίοδο.
Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν ανάγκη από εναλλακτικές και διαφοροποιημένες μορφές χρηματοδότησης, παράλληλα προς την τραπεζική χρηματοδότηση. Εντός ενός παγκόσμιου ρευστού οικονομικού και γεωπολιτικού περιβάλλοντος, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες και οι χαράσσοντες οικονομικές πολιτικές οφείλουν να επιδείξουν γρήγορα στρατηγικά αντανακλαστικά και να λειτουργήσουν ευέλικτα κατά την εύρεση διακυβερνητικών και υπερεθνικών συμβιβασμών, προκειμένου οι μελλοντικές θεσμικές διευθετήσεις να μην καταλήξουν «κενό γράμμα» αλλά να δίνουν ώθηση και να μετουσιώνουν το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Η ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών πρέπει να συνδεθεί – άρρηκτα και αυτονόητα – και με ενέργειες που κατευθύνονται στην αλλαγή νοοτροπίας και την τόνωση της επενδυτικής αυτοπεποίθησης, όπως οι πολιτικές ενθάρρυνσης του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού, αλλά και με άλλες ενέργειες διασυνοριακής εξομάλυνσης σε τομείς όπως η φορολόγηση κεφαλαίων.
csm_shutterstock_1579782679_Giulio_Benzin_0644016922-1-scaled.webp
Συνεπώς, αν η ΕΕ καταφέρει να «ξεκλειδώσει» επενδυτικές δυνάμεις μέσω τις ρυθμιστικής προσαρμογής αλλά και να ενεργοποιήσει αδρανή κεφάλαια μέσω κατάλληλων πολιτικών, θα θέσει στέρεες βάσεις για την ανταγωνιστική πορεία των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, προτάσσοντας την ιστορική ανάγκη να βρεθεί κερδισμένη ως προς τα μεγάλα διακυβεύματα της εποχής – την πράσινη μετάβαση, τη τεχνητή νοημοσύνη και τη διαχείριση των δεδομένων, τη στρατιωτική και εξοπλιστική αυτοτέλεια, την κοινωνική συνοχή.

www.bankingnews.gr 

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης