Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

«Τιμωρία» του ΔΝΤ στο Βέλγιο για το «όχι» στην κατάσχεση ρωσικών assets: Το χρέος ανεβαίνει, οι μεταρρυθμίσεις δεν αρκούν

«Τιμωρία» του ΔΝΤ στο Βέλγιο για το «όχι» στην κατάσχεση ρωσικών assets: Το χρέος ανεβαίνει, οι μεταρρυθμίσεις δεν αρκούν
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η βελγική οικονομία έχει επιδείξει ανθεκτικότητα εν μέσω αναταράξεων, ωστόσο παραμένει επιβαρυμένη από μεγάλα διαρθρωτικά δημοσιονομικά ελλείμματα, υψηλό και αυξανόμενο δημόσιο χρέος και αδύναμη εξωτερική θέση
Σχετικά Άρθρα

Τον…  κώδωνα του κινδύνου για την οικονομία του Βελγίου κρούει το ΔΝΤ, τη στιγμή που ο πρωθυπουργός της χώρας φέρεται να επιμένει στην άρνηση του για την κατάσχεση των ρωσικών assets που βρίσκονται στη Euroclear.
Ειδικότερα, το ΔΝΤ προειδοποιεί ότι το βελγικό χρέος συνεχίζει να ανεβαίνει ενώ οι τρέχουσες μεταρρυθμίσεις δεν επαρκούν για να εξασφαλίσουν τη δημοσιονομική σταθερότητα. Παρά τις προσπάθειες περιορισμού των ελλειμμάτων, η χώρα παραμένει ευάλωτη σε εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους, με το ΔΝΤ να τονίζει την ανάγκη για περαιτέρω προσαρμογές.
«Η βελγική οικονομία έχει επιδείξει ανθεκτικότητα εν μέσω αναταράξεων, ωστόσο παραμένει επιβαρυμένη από μεγάλα διαρθρωτικά δημοσιονομικά ελλείμματα, υψηλό και αυξανόμενο δημόσιο χρέος και αδύναμη εξωτερική θέση. Σε ένα ολοένα και πιο αβέβαιο παγκόσμιο περιβάλλον, η οικονομική και χρηματοπιστωτική πολιτική θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στη μείωση των ευαλωτοτήτων που συνδέονται με το υψηλό επίπεδο χρέους και τις εξωτερικές ανισορροπίες, στην αποκατάσταση αποθεμάτων ασφαλείας ώστε να μπορούν να αντιμετωπιστούν μελλοντικοί κραδασμοί, στη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου για τις αυξανόμενες δαπάνες που σχετίζονται με τη γήρανση του πληθυσμού, την πράσινη μετάβαση και την άμυνα, στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα και στην προώθηση υψηλότερης ανάπτυξης – όλα στοιχεία που θα συμβάλουν στη διατήρηση του πυρήνα του βελγικού κοινωνικού μοντέλου» επισημαίνεται σε αξιολόγηση στο πλαίσιο του Άρθρου IV.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι εν εξελίξει μεταρρυθμίσεις στη φορολογία, τις συντάξεις, την αγορά εργασίας και την υγεία είναι ευπρόσδεκτες και θα πρέπει να εφαρμοστούν με συνέπεια. Παράλληλα, απαιτείται διατηρήσιμη δημοσιονομική προσαρμογή πέραν των υφιστάμενων σχεδίων, καθώς οι μέχρι σήμερα προσπάθειες, «αν και αξιέπαινες, δεν επαρκούν για τον ουσιαστικό περιορισμό των ελλειμμάτων και τη μείωση των ευαλωτοτήτων που σχετίζονται με το χρέος». Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στη περαιτέρω μείωση των τρεχουσών δαπανών, στην ενίσχυση της αποδοτικότητας των δημόσιων επενδύσεων και της κοινωνικής δαπάνης και στον εξορθολογισμό των φορολογικών δαπανών. Οι περιφέρειες και οι κοινότητες πρέπει να συμβάλουν στην προσαρμογή.
Μετά την πρόσφατη προσαρμογή των απαιτήσεων για τα κεφαλαιακά αποθέματα, η NBB θα πρέπει να είναι έτοιμη να αυξήσει περαιτέρω το αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα εάν οι συνολικοί κίνδυνοι δεν υποχωρήσουν. Σύμφωνα, πάντα, με το ΔΝΤ, τα προληπτικά όρια στα στεγαστικά δάνεια έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά στη μείωση των κινδύνων και θα πρέπει να διατηρηθούν. Με βάση τη σημαντική πρόοδο των τελευταίων ετών, η περαιτέρω ενίσχυση της αξιολόγησης συστημικού κινδύνου και των πλαισίων εποπτείας, μακροπροληπτικής πολιτικής και διαχείρισης κρίσεων θα ενισχύσει την ανθεκτικότητα απέναντι σε μακροχρηματοπιστωτικούς κραδασμούς.
Οι εγχώριες μεταρρυθμίσεις είναι κρίσιμες για την αύξηση της απασχόλησης παρά τη γήρανση, για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας και για τον μετριασμό των επιπτώσεων της δημοσιονομικής προσαρμογής. Εξίσου σημαντική είναι η πρόοδος σε επίπεδο ΕΕ για την εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς, την προώθηση της ένωσης αποταμιεύσεων και επενδύσεων και την ολοκλήρωση της ενεργειακής αγοράς.

Οικονομικό outlook και κίνδυνοι

Η ασθενέστερη εξωτερική ζήτηση, οι γεωπολιτικές και εμπορικές εντάσεις και η παρατεταμένη αβεβαιότητα επιβαρύνουν το outlook. Οι υψηλότεροι δασμοί των ΗΠΑ θα περιορίσουν την ανάπτυξη την περίοδο 2026-27. Η ανάπτυξη αναμένεται να επιστρέψει στο δυνητικό της επίπεδο του 1,3% μεσοπρόθεσμα, κυρίως λόγω της ιδιωτικής κατανάλωσης και των ιδιωτικών επενδύσεων.
Το χαμηλότερο ενεργειακό κόστος και η βραδύτερη αύξηση των μισθών θα οδηγήσουν τον πληθωρισμό κάτω από το 2% το 2026, πριν συγκλίνει εκ νέου προς τον στόχο. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται να μειωθεί σταδιακά καθώς η εξωτερική ζήτηση ανακάμπτει μεσοπρόθεσμα. Παρά τις θετικές μεταρρυθμίσεις, το δημόσιο χρέος αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται έως το 2030.
Σημαντικοί κίνδυνοι θα μπορούσαν να επιδεινώσουν το outlook. Η ανάπτυξη μπορεί να αποδειχθεί χαμηλότερη λόγω παγκόσμιας και εμπορικής αβεβαιότητας, υψηλότερων δασμών ή αυστηρότερων χρηματοπιστωτικών συνθηκών. Διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες θα μπορούσαν να αυξήσουν τον πληθωρισμό, ενώ δυσκολίες στην εφαρμογή ενδέχεται να παρεμποδίσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και τη δημοσιονομική προσαρμογή. Τα ασφάλιστρα κινδύνου μπορεί να αυξηθούν περισσότερο από το αναμενόμενο και η δυναμική του χρέους να επιδεινωθεί.

Αποκατάσταση των δημόσιων οικονομικών

Το δημοσιονομικό σχέδιο των αρχών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης (EGF) αποτελεί βήμα προόδου, αλλά δεν επαρκεί για να ανακόψει την αύξηση του ελλείμματος και του χρέους. Σημαντικές μεταρρυθμίσεις στις συντάξεις, την αγορά εργασίας και τη φορολογία –σε ευθυγράμμιση με προηγούμενες συστάσεις του ΔΝΤ– έχουν δρομολογηθεί στο πλαίσιο του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού διαρθρωτικού σχεδίου (MTFSP). Ωστόσο, το σχέδιο δεν περιορίζει επαρκώς τις καθαρές πρωτογενείς δαπάνες, ώστε να επιτύχει τον στόχο δημοσιονομικού ελλείμματος 3% του ΑΕΠ έως το 2029, εν μέρει λόγω αισιόδοξων παραδοχών για την αύξηση της απασχόλησης και το κόστος γήρανσης, καθώς και λόγω νέων δεσμεύσεων για αμυντικές δαπάνες. Χωρίς πρόσθετη δράση, το δημοσιονομικό έλλειμμα θα συνέχιζε να αυξάνεται μεσοπρόθεσμα.
«Τα πρόσθετα μέτρα στη συμφωνία για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2026 είναι επομένως ευπρόσδεκτα, αλλά και πάλι δεν επιφέρουν την απαιτούμενη προσαρμογή για τη μείωση των ελλειμμάτων και των ευαλωτοτήτων χρέους» υπογραμμίζει το ΔΝΤ. Η συμφωνία ενσωματώνει ήδη αποφασισμένες μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό σύστημα, τα επιδόματα ανεργίας και μακροχρόνιας ασθένειας, τις συντάξεις και την υγεία. Στόχος είναι η μείωση του ελλείμματος το 2029 κατά 8,1 δισ. ευρώ σε σύγκριση με τις προηγούμενες δημοσιονομικές προβολές της κυβέρνησης. Τα βασικά νέα έσοδα περιλαμβάνουν υψηλότερους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα καύσιμα και τις πτήσεις, προσαρμογές συντελεστών ΦΠΑ, νέο φόρο στα δέματα, αύξηση του φόρου στις τράπεζες και αναβολή μειώσεων φόρων στην εργασία. Οι νέες περικοπές δαπανών περιλαμβάνουν εξοικονομήσεις στο μισθολογικό κόστος του δημόσιου τομέα μέσω μερικής τιμαριθμικής αναπροσαρμογής το 2026 και το 2028. Κατ’ αρχική εκτίμηση, η συμφωνία και τα ήδη αποφασισμένα μέτρα θα σταθεροποιήσουν σε γενικές γραμμές το έλλειμμα έως το 2029 –εφόσον εφαρμοστούν έγκαιρα– αλλά σε υψηλό επίπεδο, ενώ το χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται.
Ως εκ τούτου, απαιτούνται -σύμφωνα με το ΔΝΤ- πρόσθετες προσπάθειες προσαρμογής πέραν των υφιστάμενων σχεδίων για τη σταθεροποίηση του χρέους. Για τη μείωση των ευαλωτοτήτων που σχετίζονται με το χρέος και την έναρξη μιας σταδιακής μείωσης του δημόσιου χρέους μακροπρόθεσμα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει να μειώσει το έλλειμμα κοντά στο 3% του ΑΕΠ έως το 2030. Οι περιφέρειες και οι κοινότητες θα πρέπει να δεσμευτούν σε αξιόπιστα πολυετή σχέδια δημοσιονομικής προσαρμογής που θα συγκλίνουν σε συνολικά ισοσκελισμένη θέση. Στο πλαίσιο της προσαρμογής σε ομοσπονδιακό, περιφερειακό και κοινοτικό επίπεδο, θα είναι κρίσιμη η διατήρηση επενδύσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη. Η επίτευξη αυτής της προσαρμογής θα είναι δύσκολη, αλλά ακόμη μεγαλύτερες και ενδεχομένως πιο απότομες προσπάθειες θα απαιτηθούν εάν υλοποιηθούν κίνδυνοι από τις αγορές. Παρότι το δημόσιο χρέος είναι κυρίως μακροπρόθεσμο με μέση υπολειπόμενη διάρκεια πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ και η αντίδραση των αγορών στην επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης έχει μέχρι στιγμής υπάρξει ήπια, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η εμπιστοσύνη μπορεί να ανατραπεί απότομα, οδηγώντας σε ταχεία επιδείνωση της δυναμικής του χρέους.
Η συνεπής εφαρμογή των ήδη δρομολογημένων μεταρρυθμίσεων και πρόσθετων μέτρων θα είναι καθοριστική για την επίτευξη αυτών των στόχων.

Συνταξιοδοτικό

Η εν εξελίξει μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος αποτελεί κρίσιμο βήμα για τον περιορισμό των πιέσεων δαπανών από τη γήρανση. Η πολυδιάστατη στρατηγική της κυβέρνησης για τη βελτίωση της βιωσιμότητας, της δικαιοσύνης και των κινήτρων στην αγορά εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης των ποινών για πρόωρη συνταξιοδότηση, είναι ευπρόσδεκτη. Η έκθεση του 2025 της Επιτροπής Μελέτης για τη Γήρανση εκτιμά ότι οι μεταρρυθμίσεις θα μειώσουν το κόστος γήρανσης κατά 1,9% του ΑΕΠ έως το 2070, περιορίζοντας την αύξηση από το τρέχον επίπεδο στο 1,7% του ΑΕΠ αντί για 3,6%. Ωστόσο, οι συνταξιοδοτικές δαπάνες εξακολουθούν να προβλέπεται ότι θα φθάσουν το 12,2% του ΑΕΠ, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις.

Υγεία και δημόσιες επενδύσεις

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, απαιτούνται μεταρρυθμίσεις για την αύξηση της αποδοτικότητας των δαπανών:

  • Η υγεία είναι τομέας όπου μπορούν να επιτευχθούν σημαντικά κέρδη αποδοτικότητας. Οι αρχές ξεκίνησαν ορθά σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της πρόληψης, τη μείωση του δημοσιονομικού κόστους των φαρμάκων και την αναδιάρθρωση των νοσοκομείων για μεγαλύτερη αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα της φροντίδας.
  • Η διαχείριση των δημόσιων επενδύσεων θα βελτιωνόταν μέσω του συντονισμού του σχεδιασμού μεταξύ ομοσπονδιακών και ομόσπονδων οντοτήτων, της τυποποίησης της επιλογής έργων, της ενίσχυσης της ομοσπονδιακής-περιφερειακής συνεργασίας και της αυξημένης εμπλοκής των υπουργείων Οικονομικών και Προϋπολογισμού. Θα είναι σημαντικό να ολοκληρωθούν οι επενδύσεις και οι μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας πριν λήξει η σχετική χρηματοδότηση της ΕΕ το επόμενο έτος.
  • Οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση θα μπορούσαν να αποφέρουν καλύτερα αποτελέσματα και εξοικονομήσεις μέσω της καλύτερης αξιοποίησης του χρόνου των εκπαιδευτικών, της ευθυγράμμισης των προγραμμάτων σπουδών με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, της εισαγωγής παρακολούθησης με βάση τα αποτελέσματα για τα σχολεία και της ενίσχυσης της στήριξης μαθητών με δυσκολίες.
  • Οι ανασκοπήσεις δαπανών θα πρέπει να ενσωματωθούν συστηματικά στον δημοσιονομικό σχεδιασμό.
  • Οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις είναι καίριες για τη στήριξη της δημοσιονομικής προσαρμογής και της ευρύτερης κυβερνητικής ατζέντας. Ο στόχος της κυβέρνησης να διευρύνει τη διαφορά μεταξύ εισοδήματος από εργασία και παροχών μη εργασίας είναι κατάλληλος για την ενθάρρυνση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και την ενίσχυση της δικαιοσύνης. Η μετατόπιση μέρους του φορολογικού βάρους από την εργασία στο κεφάλαιο θα βοηθήσει και θα πρέπει να γίνει με προσεκτική αλληλουχία, ώστε η πρόωρη μείωση των φόρων στην εργασία να μην διευρύνει το έλλειμμα χωρίς επαρκή αύξηση άλλων εσόδων. Η προγραμματισμένη εισαγωγή φόρου υπεραξίας 10% στα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία είναι ευπρόσδεκτη, αλλά το υψηλό αφορολόγητο όριο θα μπορούσε να μειωθεί για μεγαλύτερα έσοδα και δικαιοσύνη. Οι φορολογικές δαπάνες ανήλθαν σε πάνω από 6% του ΑΕΠ το 2021 (περίπου 38 δισ. ευρώ το 2025), κυρίως από τον φόρο εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και τον ΦΠΑ. Θα πρέπει να μειωθούν με την κατάργηση διατάξεων που είναι αναποτελεσματικές ή δεν εξυπηρετούν πλέον προτεραιότητες πολιτικής.
  • Απαιτείται επίσης η ενίσχυση της συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ ομοσπονδιακής και περιφερειακών κυβερνήσεων, όπως προβλέπεται. Κύριες ενέργειες θα πρέπει να περιλαμβάνουν τον καθορισμό δεσμευτικών δημοσιονομικών στόχων για τις περιφέρειες και τις κοινότητες, την επιβολή λογοδοσίας (π.χ. μέσω χρηματικών κυρώσεων) και τον περιορισμό της δανειοδοτικής ικανότητας των ομόσπονδων οντοτήτων. Οι συστηματικές ανασκοπήσεις δαπανών σε περιφερειακό επίπεδο και, ενδεχομένως, η αναπροσαρμογή των διακυβερνητικών μεταβιβάσεων θα συμπλήρωναν τα μέτρα αυτά, μαζί με την ενίσχυση του δημοσιονομικού συμβουλίου.

Διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας

Οι συστημικοί χρηματοπιστωτικοί κίνδυνοι παραμένουν μέτριοι, αλλά η φύση τους συνεχίζει να εξελίσσεται. Το πιστωτικό χαρτοφυλάκιο είναι υγιές και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι χαμηλά. Το χρέος των νοικοκυριών είναι σταθερό ως ποσοστό του ΑΕΠ και μειώνεται σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα. Οι επιχειρήσεις είναι ευάλωτες σε οικονομική επιβράδυνση. Το χρέος τους είναι μέτριο και μειούμενο, αλλά το αυξανόμενο κόστος εργασίας πιέζει τα κέρδη και θα μπορούσε να επηρεάσει την ποιότητα των δανείων. Η έκθεση σε κρατικό κίνδυνο είναι περιορισμένη. Οι κίνδυνοι από απότομη διόρθωση των τιμών κατοικίας έχουν μειωθεί, αλλά η αγορά κατοικίας παραμένει υπερτιμημένη. Τα θεμελιώδη μεγέθη των εμπορικών ακινήτων έχουν βελτιωθεί, αλλά οι εκθέσεις απαιτούν προσεκτική παρακολούθηση, καθώς ο τραπεζικός δανεισμός επιχειρήσεων με εξασφάλιση εμπορικά ακίνητα παραμένει σημαντικός.

Αύξηση της απασχόλησης

Απαιτούνται μεταρρυθμίσεις για την αύξηση της απασχόλησης. Το Βέλγιο έχει υψηλότερο ποσοστό μακροχρόνια ανέργων από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Χωρίς αύξηση της απασχόλησης και της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό –και τα δύο κάτω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, ιδίως μεταξύ ηλικιωμένων εργαζομένων, χαμηλής ειδίκευσης και μεταναστών– η βιωσιμότητα του κοινωνικού μοντέλου του Βελγίου τίθεται σε κίνδυνο, καθώς η γήρανση αυξάνει το κοινωνικό κόστος, μειώνει τη δυνητική ανάπτυξη και διαβρώνει τη φορολογική βάση.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης